- ἱεροσυλήσαντα
- ἱεροσῡλήσαντα , ἱεροσυλέωrob a templeaor part act neut nom/voc/acc plἱεροσῡλήσαντα , ἱεροσυλέωrob a templeaor part act masc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.